Καφίρ

Καφίρ
(Kaffir). Αρχαίος λαός του Αφγανιστάν. Με την ονομασία αυτή, η οποία στην αραβική γλώσσα σημαίνει τους άπιστους, αποκαλούνταν από τους γειτονικούς μουσουλμανικούς λαούς οι κάτοικοι του Καφιριστάν, της σημερινής αφγανικής περιοχής του Νουρεστάν. Οι Πέρσες τούς αποκαλούσαν Σιάπος (μαυροφορεμένους), γιατί οι περισσότεροι άντρες φορούσαν μαύρα ρούχα. Ήταν χωρισμένοι σε τρεις μεγάλες ομάδες και, ανάλογα με την κοιλάδα στην οποία είχαν εγκατασταθεί, ονομάζονταν Ραμγκάλ, Βαϊγκάλ και Κουγκάλ. Φυλετικά ανήκαν στον τύπο των Ινδοαρίων. Μικρόσωμοι αλλά γεροδεμένοι, είχαν ζωηρό και διαπεραστικό βλέμμα. Αυτοί που είχαν εγκατασταθεί στα βόρεια υποστήριζαν με υπερηφάνεια ότι ήταν απόγονοι των αρχαίων Ελλήνων της εποχής του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Οι Κ. ήταν φιλόξενοι, εύθυμοι και αγαπούσαν πολύ τον χορό· χόρευαν απαραίτητα κάθε βράδυ, με τη συνοδεία αυλών και τυμπάνων. Όσον αφορά τις γυναίκες, η χορευτική επιδεξιότητα αποτελούσε αρετή και τίτλο κοινωνικής διάκρισης. Οι άντρες ασχολούνταν με τη γεωργία, την κτηνοτροφία και το κυνήγι, καθώς και με την ξυλογλυπτική. Ήταν λαός πολεμικός, επειδή ήταν υποχρεωμένοι να πολεμούν συχνά με τους προαιώνιους εχθρούς τους, τους μωαμεθανούς. Οι άντρες κούρευαν το κεφάλι τους, αφήνοντας μόνο μια μικρή τούφα στην κορυφή και κατασκεύαζαν τα ρούχα τους από δέρματα διαφόρων ζώων αλλά και από υφάσματα –κατά προτίμηση μαύρου χρώματος– που προμηθεύονταν κυρίως από την Ινδία. Οι γυναίκες, αντίθετα, είχαν μακριά μαλλιά και φορούσαν απλές φορεσιές που έμοιαζαν με αρχαϊκές εσθήτες. Κυκλοφορούσαν με ακάλυπτο πρόσωπο και ακολουθούσαν τους άντρες στις δουλειές του χωραφιού. Κατασκεύαζαν συνήθως διώροφες κατοικίες και χρησιμοποιούσαν το ισόγειο (που ήταν τις περισσότερες φορές λιθόστρωτο) ως στάβλο και αποθήκη. Τα παράθυρα των κατοικιών ήταν διακοσμημένα με ανάγλυφες παραστάσεις και οι στέγες τους καλύπτονταν από σχιστόλιθους. Η τροφή του λαού αυτού ήταν απλή: ψωμί με νωπά ή ξερά σταφύλια και, σπάνια, βραστό κρέας και κρασί. Η κοινωνία τους ήταν πατριαρχική, κάθε φυλετική ομάδα είχε τις πατριές της και καθεμία από αυτές είχε επικεφαλής έναν αρχηγό με κληρονομικά δικαιώματα. Κυρίως ανιμιστές, λάτρευαν ένα υπέρτατο ον, που το ονόμαζαν Ίμπρα. Πάντως, ήταν ελάχιστα ευσεβείς και καθόλου θρησκόληπτοι. Όμως, είχαν και αυτοί τους ιερείς και τους ναούς τους, αλλά δεν επικαλούνταν ποτέ τη θεϊκή βοήθεια. Επίσης, μολονότι θεοποιούσαν τα είδωλά τους, δεν τους απέδιδαν υπερφυσικές ιδιότητες. Οι ναοί τους ήταν τετράγωνοι και ξύλινοι και τους χρησιμοποιούσαν μόνο για επικήδειες εκδηλώσεις και τελετές και ποτέ για να προσευχηθούν και να επικοινωνήσουν με τους θεούς τους. Τοποθετούσαν τους νεκρούς τους μέσα σε φέρετρα και, μετά τον τελευταίο θρησκευτικό χαιρετισμό μέσα στους ναούς, τους μετέφεραν σε μακρινούς λόφους και τους άφηναν εκεί άταφους. Η αρχαιότερη παράδοση γι’ αυτούς –αρκετά ασαφής– αναφέρεται στο περίφημο ινδικό έπος Μαχαμπαράτα. Σύμφωνα με άλλες ιστορικές μαρτυρίες, ο Ταμερλάνος υπέταξε τον λαό αυτό το 1308 και επιχείρησε να τους επιβάλει τον μωαμεθανισμό, χωρίς ωστόσο να το κατορθώσει. Οι Κ. έκαναν πολλές ηρωικές προσπάθειες να αποτινάξουν τον ζυγό του Ταμερλάνου, ο οποίος τελικά ερήμωσε τη χώρα τους και κατέσφαξε τους άντρες. Αξιοθαύμαστο κατόρθωμα πάντως του λαού αυτού είναι ότι πέτυχε να αποκρούσει την επιθετικότητα των μωαμεθανών και να επιβιώσει. Το γεγονός αυτό οφείλεται κυρίως στην ενότητά του, που δεν διαταράχτηκε ποτέ από διαμάχες και εμφύλιους σπαραγμούς, σε αντίθεση με άλλες φυλές.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • Νουριστανοί — και Νοθριστανοί ή Νούρι ή Καφίρ, οι λαός τού Αφγανιστάν που ζει στην ορεινή περιοχή Χιντού Κους …   Dictionary of Greek

  • Κάφροι — (Kafirs). Ονομασία αραβικής προέλευσης (κάφιρ = άπιστος), με την οποία χαρακτηρίζονταν οι Μπαντού που ζουν στα νότια του Ζαμβέζη. Αρχικά η ονομασία αυτή χαρακτήριζε τις εθνικές ομάδες των Μπασούτο (Σότο), που ήταν εγκατεστημένες στο σημερινό… …   Dictionary of Greek

  • Μπλούμφοντεϊν — (Bloemfontein). Πόλη (περ. 300.000 κάτ.) της Νοτιοαφρικανικής Δημοκρατίας, πρωτεύουσα του Ελεύθερου κράτους της Οράγγης (127.338 τ. χλμ., 2.859.081 κάτ.). Ιδρύθηκε το 1852 σε υψόμετρο 1.500 μ. στο υψίπεδο που ορίζεται από τις κοιλάδες των ποταμών …   Dictionary of Greek

  • Νοτιοαφρικανική Δημοκρατία — Κράτος της νοτίου Αφρικής. Συνορεύει Α με τη Μοζαμβίκη και τη Σουαζιλάνδη, Β με τη Ναμίμπια, τη Μποτσουάνα και τη Ζιμπάμπουε, Δ βρέχεται από τον Ατλαντικό ωκεανό, Ν και Α από τον Ινδικό ωκεανό.Εντός των συνόρων της Ν. Δ. και στο νοτιοανατολικό… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”